Αφοπλισμένος στα νορβηγικά

Μετάφραση: αφοπλισμένος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
avvæpnet, frakoblet, deaktivert, frakoplet, frakobles
Αφοπλισμένος στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αφοπλισμένος

αφοπλισμένος ο αστυνομικός της γειτονιάς, αφοπλισμένος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αφοπλισμένος στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • αφιλόξενος στα νορβηγικά - ugjestfri, ugjestmilde, ugjestmildt, ugjestmild
  • αφομοίωση στα νορβηγικά - assimilasjon, assimilering, fornorsking, assimileringen
  • αφοπλισμός στα νορβηγικά - avvæpning, nedrustning, nedrustnings, nedrustnings-
  • αφορίζω στα νορβηγικά - bannlyse, utelukke
Τυχαίες λέξεις
Αφοπλισμένος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: avvæpnet, frakoblet, deaktivert, frakoplet, frakobles