Πόροι στα αλβανικά
Μετάφραση: πόροι, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
burime, burimet, burimet e, resurset, burime të
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πόροι
πόροι ή περί προσόδων, πόροι και ικανότητες apivita, πόροι στα πόδια, πόροι συστήματος, πόροι επιτροπής κεφαλαιαγοράς, πόροι λεξικό γλώσσας αλβανικά, πόροι στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- πόρθηση στα αλβανικά - porthisi
- πόρνη στα αλβανικά - lavire, prostitutë, kurvë, zuskë, lavire të
- πόρος στα αλβανικά - burime, pasuri, burim, burim i, të burimeve
- πόρπη στα αλβανικά - karficë, shtrëngoj, lidh, shtrëngoj me, tokëz, mbërthej tokëzën
Τυχαίες λέξεις
Πόροι στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: burime, burimet, burimet e, resurset, burime të
Μεταφράσεις: burime, burimet, burimet e, resurset, burime të