Πόροι στα λευκορωσικά
Μετάφραση: πόροι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
рэсурсы
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πόροι
πόροι ή περί προσόδων, πόροι και ικανότητες apivita, πόροι στα πόδια, πόροι συστήματος, πόροι επιτροπής κεφαλαιαγοράς, πόροι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πόροι στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- πόρθηση στα λευκορωσικά - porthisi
- πόρνη στα λευκορωσικά - шлюха, самадайка
- πόρος στα λευκορωσικά - рэсурс
- πόρπη στα λευκορωσικά - абцугi, спражка, спражачка
Τυχαίες λέξεις
Πόροι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: рэсурсы
Μεταφράσεις: рэсурсы