Πόροι στα ρουμανικά

Μετάφραση: πόροι, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
resurse, resurselor, resursele, de resurse, a resurselor
Πόροι στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πόροι

πόροι ή περί προσόδων, πόροι και ικανότητες apivita, πόροι στα πόδια, πόροι συστήματος, πόροι επιτροπής κεφαλαιαγοράς, πόροι λεξικό γλώσσας ρουμανικά, πόροι στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • πόρθηση στα ρουμανικά - porthisi
  • πόρνη στα ρουμανικά - prostituată, curvă
  • πόρος στα ρουμανικά - por, resursă, resurselor, resurse, de resurse, a resurselor
  • πόρπη στα ρουμανικά - broşă, cataramă, catarama, cataramei, cataramă de, a cataramei
Τυχαίες λέξεις
Πόροι στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: resurse, resurselor, resursele, de resurse, a resurselor