Πόροι στα ισπανικά

Μετάφραση: πόροι, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
recursos, los recursos, recursos de, de recursos
Πόροι στα ισπανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πόροι

πόροι ή περί προσόδων, πόροι και ικανότητες apivita, πόροι στα πόδια, πόροι συστήματος, πόροι επιτροπής κεφαλαιαγοράς, πόροι λεξικό γλώσσας ισπανικά, πόροι στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • πόρθηση στα ισπανικά - conquista, porthisi
  • πόρνη στα ισπανικά - agrio, prostituta, puta, ramera, puta de, la puta
  • πόρος στα ισπανικά - poro, recurso, recursos, de recursos, los recursos, de los recursos
  • πόρπη στα ισπανικά - broche, cortar, hebilla, hebilla de, la hebilla, hebilla del, de la hebilla
Τυχαίες λέξεις
Πόροι στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: recursos, los recursos, recursos de, de recursos