Ενασχόληση στα σλοβενικά

Μετάφραση: ενασχόληση, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zábava, poklic, okupacija, dejavnost, zasedba, zasedenost
Ενασχόληση στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενασχόληση

ενασχόληση ορισμος, ενασχόληση english, ενασχόληση με τα κοινά, ενασχόληση αγγλικά, ενασχόληση λεξικό, ενασχόληση λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ενασχόληση στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • εναργής στα σλοβενικά - svetel, jasen, vivid, živahni, živa, živ, žive
  • εναρμονίζω στα σλοβενικά - sladit, uskladiti, uskladitev, uskladila, uskladi, uskladijo
  • ενδέκατος στα σλοβενικά - enajsti, enajsta, enajstega, enajstem, enajste
  • ενδελέχεια στα σλοβενικά - sedulousness
Τυχαίες λέξεις
Ενασχόληση στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: zábava, poklic, okupacija, dejavnost, zasedba, zasedenost