Προικισμένος στα κροατικά

Μετάφραση: προικισμένος, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
talentirani, darovit, obdaren, darovitih, nadareni, nadaren
Προικισμένος στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προικισμένος

προικισμένος σημασία, προκειμένου συνώνυμα, προικισμένος λεξικό γλώσσας κροατικά, προικισμένος στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • προθυμία στα κροατικά - pripravnost, hitrina, živahnost, spremnost, volja, spremnosti, volje, ...
  • προικίζω στα κροατικά - obdariti, pokloniti, udovički dio zaostavštine, ostaviti nasljedstvo udovici, Dower, miraz, Dower i
  • προικοδότηση στα κροατικά - miraz, darovitost, darovanje, talent, zaklada, zadužbina, obdarenje
  • προκαλώ στα κροατικά - uzrok, potaknuti, povod, razdražiti, poticati, izazvati, izazov, ...
Τυχαίες λέξεις
Προικισμένος στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: talentirani, darovit, obdaren, darovitih, nadareni, nadaren