Προικισμένος στα λατινικά

Μετάφραση: προικισμένος, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
ingeniosus
Προικισμένος στα λατινικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προικισμένος

προικισμένος σημασία, προκειμένου συνώνυμα, προικισμένος λεξικό γλώσσας λατινικά, προικισμένος στα λατινικά

Μεταφράσεις

  • προθυμία στα λατινικά - alacritas, studium
  • προικοδότηση στα λατινικά - talentum
  • προκαλώ στα λατινικά - causa
Τυχαίες λέξεις
Προικισμένος στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: ingeniosus