Προικισμένος στα φινλανδικά
Μετάφραση: προικισμένος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hyvälahjainen, lahjakas, kyvykäs, lahjakkaiden, lahjakkaita, lahjakkaat, lahjakkaille
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προικισμένος
προικισμένος σημασία, προκειμένου συνώνυμα, προικισμένος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, προικισμένος στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- προθυμία στα φινλανδικά - ponsi, vireys, into, pirteys, innokkuus, vimmaisuus, vimma, ...
- προικίζω στα φινλανδικά - rahoittaa, lahjoittaa, varustaa, Dower, Huomenlahja, Dover, julkaisussa Dover
- προικοδότηση στα φινλανδικά - luonnonlahja, kyky, lahjakkuus, rahoitus, lahja, leiviskä, lahjoitusvarat, ...
- προκαλώ στα φινλανδικά - aikaansaada, tuoda, houkutella, ärsyttää, syy, peruste, toiminta, ...
Τυχαίες λέξεις
Προικισμένος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: hyvälahjainen, lahjakas, kyvykäs, lahjakkaiden, lahjakkaita, lahjakkaat, lahjakkaille
Μεταφράσεις: hyvälahjainen, lahjakas, kyvykäs, lahjakkaiden, lahjakkaita, lahjakkaat, lahjakkaille