Συνταρακτικός στα γαλλικά
Μετάφραση: συνταρακτικός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
panachage, mélange, malaxage, choquant, choquante, choquantes, choquants, scandaleux
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνταρακτικός
συνταρακτικός συνωνυμο, συνταρακτικός λεξικό γλώσσας γαλλικά, συνταρακτικός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- συνταιριάζω στα γαλλικά - assortir, s'entremettre, concorder, match, partie, couple, paire, ...
- συνταξιούχος στα γαλλικά - retraité, rentier, à la retraite, retiré, retraite, la retraite
- συντελεστής στα γαλλικά - courtier, coefficient, gène, facteur, intermédiaire, indice, agent, ...
- συντεταγμένη στα γαλλικά - coordonner, coordonnées, coordination, coordonner les, de coordonner
Τυχαίες λέξεις
Συνταρακτικός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: panachage, mélange, malaxage, choquant, choquante, choquantes, choquants, scandaleux
Μεταφράσεις: panachage, mélange, malaxage, choquant, choquante, choquantes, choquants, scandaleux