Συνταρακτικός στα ουγγρικά

Μετάφραση: συνταρακτικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
izgalmas, megdöbbentő, sokkoló, megrázó, döbbenetes, meghökkentő
Συνταρακτικός στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνταρακτικός

συνταρακτικός συνωνυμο, συνταρακτικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συνταρακτικός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • συνταιριάζω στα ουγγρικά - meccs, gyufa, illeszkedik, beleférjen, elfér, illeszkednek, fér el
  • συνταξιούχος στα ουγγρικά - nyugdíjas, visszavonult, nyugdíjasok, nyugalmazott, nyugdíjba
  • συντελεστής στα ουγγρικά - koefficiens, tényező, faktor, faktora, tényezőt, tényezője
  • συντεταγμένη στα ουγγρικά - koordináta, koordinálja, összehangolják, koordinálására
Τυχαίες λέξεις
Συνταρακτικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: izgalmas, megdöbbentő, sokkoló, megrázó, döbbenetes, meghökkentő