Συνταρακτικός στα κροατικά
Μετάφραση: συνταρακτικός, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
šokantan, šokantno, šokantna, šokantne, šokantni
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνταρακτικός
συνταρακτικός συνωνυμο, συνταρακτικός λεξικό γλώσσας κροατικά, συνταρακτικός στα κροατικά
Μεταφράσεις
- συνταιριάζω στα κροατικά - stane, stati, uklapaju, se uklapaju, odgovarao
- συνταξιούχος στα κροατικά - umirovljenik, plaćenik, najamnik, penzioner, umirovljen, mirovini, u mirovini, ...
- συντελεστής στα κροατικά - koeficijent, činilac, čimbenika, faktor, koeficijenata, čimbenik, faktora, ...
- συντεταγμένη στα κροατικά - koordinata, uskladiti, koordinacije, koordinirati, koordinatni, koordinira, koordiniraju
Τυχαίες λέξεις
Συνταρακτικός στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: šokantan, šokantno, šokantna, šokantne, šokantni
Μεταφράσεις: šokantan, šokantno, šokantna, šokantne, šokantni