Συνταρακτικός στα νορβηγικά

Μετάφραση: συνταρακτικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sjokkerende, rystende
Συνταρακτικός στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνταρακτικός

συνταρακτικός συνωνυμο, συνταρακτικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, συνταρακτικός στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • συνταιριάζω στα νορβηγικά - parti, passe inn, passe på, passe i, plass i, passe inn i
  • συνταξιούχος στα νορβηγικά - pensjonist, pensjonert, pensjonerte, trakk seg tilbake, trakk, trakk seg
  • συντελεστής στα νορβηγικά - faktor, faktoren, forhold
  • συντεταγμένη στα νορβηγικά - koordinere, samordne, koordinat, koordinerer, koordinatsystem
Τυχαίες λέξεις
Συνταρακτικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: sjokkerende, rystende