Συνταρακτικός στα ρουμανικά

Μετάφραση: συνταρακτικός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
șocant, socant, șocantă, șocante, socanta
Συνταρακτικός στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνταρακτικός

συνταρακτικός συνωνυμο, συνταρακτικός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, συνταρακτικός στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • συνταιριάζω στα ρουμανικά - meci, chibrit, potrivi, potrivi în, încadrează în, se potrivi în, potrivesc
  • συνταξιούχος στα ρουμανικά - pensionar, retras, pensionat, pensionari, sa retras
  • συντελεστής στα ρουμανικά - agent, factor, genă, factor de, factorul, factorului, factorul de
  • συντεταγμένη στα ρουμανικά - coordona, coordoneze, coordonează, de coordonate, a coordona
Τυχαίες λέξεις
Συνταρακτικός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: șocant, socant, șocantă, șocante, socanta