Συνταρακτικός στα ισπανικά
Μετάφραση: συνταρακτικός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
chocante, escandaloso, impactante, sorprendente, impactantes
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνταρακτικός
συνταρακτικός συνωνυμο, συνταρακτικός λεξικό γλώσσας ισπανικά, συνταρακτικός στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- συνταιριάζω στα ισπανικά - pareja, encajar, caber en, encajar en, caben en, cabe en
- συνταξιούχος στα ισπανικά - pensionado, pensionista, jubilado, retirado, retiró, jubilados, se retiró
- συντελεστής στα ισπανικά - coeficiente, factor, factor de, factores, el factor, factor que
- συντεταγμένη στα ισπανικά - coordinar, de coordenadas, coordinará, coordinar las, coordinar la
Τυχαίες λέξεις
Συνταρακτικός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: chocante, escandaloso, impactante, sorprendente, impactantes
Μεταφράσεις: chocante, escandaloso, impactante, sorprendente, impactantes